προσείλοντο

προσείλοντο
προσαιρέομαι
choose and associate with
aor ind mid 3rd pl
προσειλέω
press
imperf ind mp 3rd pl (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • προσαιρούμαι — έομαι, Α [αἱροῡμαι] 1. εκλέγω και προσθέτω («δέκα γὰρ ἄνδρας Σπαρτιατῶν προσείλοντο αὐτῷ συμβούλους», Θουκ.) 2. εκλέγω επιπροσθέτως 3. (σπάν. το ενεργ.) προσαιρῶ, έω διορίζω κάποιον ως βοηθό μου 4. φρ. «ἐμαυτῷ προσαιροῡμαί τινα» προσλαμβάνω… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”